Gringlish

"Κονσούλτο"
Απάντηση
Μήνυμα
Συγγραφέας
Άβαταρ μέλους
bill1961
συντονιστής<br>(03/2008 ως τώρα)
Δημοσιεύσεις: 1024
Εγγραφή: 10 Μάιος 2005 11:51 pm
Τοποθεσία: Ηγουμενίτσα

Gringlish

#1 Δημοσίευση από bill1961 »

Οι πρώτοι Έλληνες μετανάστες, μη θέλοντας ή αδυνατώντας να αφομοιώσουν την Αγγλική γλώσσα, δημιούργησαν ένα ιδιόμορφο κώδικα επικοινωνίας -τα gringlish- "ελληνοποιώντας" αμερικάνικες λέξεις ή εκφράσεις.
Ακολουθεί ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα των gringlish:
  • αμπούλα - ambulance - ασθενοφόρο
    αερίστρης - Irish man - Ιρλανδός
    αντρέσσα - address - διεύθυνση
    γυάρδα - yard (land & measure) - αυλή &μονάδα μέτρησης μήκους
    ελεβέτα ή αλεβέτα - elevator - ασανσέρ & υπέργειος σιδηρόδρομος
    καστιγκάρι - Castle Garden - χώρος "υποδοχής" μεταναστών
    κάρο - car - αυτοκίνητο
    καροφέρια - car fare - ναύλα αυτοκινήτου, κόμιστρα
    κακαρότσα - cockroach - κατσαρίδα
    καντρεμάνης - counterman - αυτός που δουλεύει πίσω από το... "counter" σε μια "ντάινα"
    κέκι - cake - κέικ
    κλάζα - closet - ντουλάπα
    κλόμπι - club - ρόπαλο & λέσχη
    κοντράκι - contract - συμβόλαιο
    κρίμι - cream - κρέμα
    λάινα - line - ουρά & σιδηροδρομική γραμμή & σκοινί που κρεμούν τα ρούχα
    λαΐνού - liner - ειδικότητα στα γουναράδικα
    λάσιντζα - license - άδεια
    λέκι - lake - λίμνη
    λόκαρο - local train - τοπικό τρένο
    μαρκέτα - market - αγορά, σούπερ μάρκετ
    μάπα - map, mop, cabbage - χάρτης, σφουγγαρόπανο, λάχανο
    μαπίζω - to mop - σφουγγαρίζω
    μεριβάνα - maid of honor - παράνυμφος
    μεσίνι - machine - μηχανή
    μιστέκι - mistake - λάθος
    μουβάρω - to move - μετακινούμαι, μεταφέρω
    (μ)πάγκα - bank - τράπεζα
    (μ)παγκαδόρος - banker - τραπεζίτης
    μπάρα - bar - μπαρ
    μπάξι ( μπαξάκι) - box (little box) - κουτί (κουτάκι)
    μπασίκλα - bicycle - ποδήλατο
    μπασκέτα - basket - καλάθι
    μπίζινες - business - δουλειές, επιχειρήσεις
    μπίλι - bill - λογαριασμός
    μπιλοζίρια - below zero (degrees) - κάτω από το μηδέν (θερμοκρασία)
    μπίτσι - beach - παραλία
    μπλόκος - block - οικοδομικό τετράγωνο
    μπόσης - boss - αφεντικό
    μπρούκλης - brooklyner - ο κάτοικος του Brooklyn (και γενικά ο Ελληνοαμερικανός)
    ντάινα - diner - είδος εστιατορίου στην Αμερική
    ντελικατέσιο - delicatessen - μπακάλικο
    ντεπόζιτο - deposit - κατάθεση
    όφι - off - ρεπό
    πάγι(α) - pie - πίττα
    πάρκ - park - πάρκο
    πάτι - pot - κόλπο (στα χαρτοπαίγνια)
    πίκλα - pickle - αγγουράκι τουρσί
    πινότσι(α) - peanut(s) - φιστίκι(α)
    πιτσούνι(α) - pigeon(s) - περιστέρι(α)
    πολιτσμάνος - policeman - αστυνόμος
    πουσκάρο - pushcart - χειράμαξα, καρότσι μικροπωλητού
    πουσκαράς - pushcart "driver" - ο "οδηγός" του καροτσιού
    ρούμι - room - δωμάτιο
    ρούφι - roof - στέγη, σκεπή, οροφή
    ρουφιάνος - roof contractor - στεγοκατασκευαστής (!!!)
    σάινα - sign, shoe shine - πινακίδα, λουστράρισμα παπουτσιών
    σαϊνάς - shoe shiner - λούστρος
    σαϊνάδικο - shoe shine stand - λουστράδικο
    σαλιβάρι - sidewalk - πεζοδρόμιο
    σέντζι - cent - σεντ (υποδιαίρεση δολαρίου)
    σπιτάλι(α) - hospital(s) - νοσοκομείο(α)
    σπόρτης - sport (generous) - γενναιόδωρος, μεγαλόψυχος
    σπόρτικο - gesture - γενναιόδωρο, μεγαλόψυχο
    σταματωτάς - cutter - ειδικότητα στα γουναράδικα
    στάντζα - stand (rack) - πάγκος πλανόδιων πωλητών/περίπτερο
    στίμι - steam - ατμός
    στόρι - story (tab), store - ιστορία (διήγημα), μαγαζί (ιταλ.)
    στόφα - stove - σόμπα, φούρνος κουζίνας
    στράκι - strike - απεργία
    τέξες - taxes - φόροι
    τζόκαρι - joker (card games) - μπαλαντέρ
    τικέτο - ticket - εισιτήριο & πρόστιμο τροχαίας
    τούρκος - turkey (bird) - γαλοπούλα
    τράκι - (race) track - ιπποδρόμιο
    τρόκι - truck - φορτηγό
    τρόμπολες - troubles - μπλεξίματα, μπελάδες
    τσέκι - check - επιταγή, τσεκ
    τσεκάρω - to check - ελέγχω
    τσέντζι - chance (opportunity) - ευκαιρία
    τσίπικο - cheap - φτηνό
    φαγιαδόρος - prize fighter (boxer) & fireman - πυγμάχος & πυροσβέστης
    φαγιόσκαλα - fire escape - σκάλα διαφυγής σε περίπτωση πυρκαγιάς
    φάρμα - farm - αγρόκτημα
    φένα - fan - βεντάλια, ανεμιστήρας
    φινισίτρια - fur finisher - ειδικότητα σε γουναράδικο
    φλόρι - floor - πάτωμα
    φράνφουρα - frankfurter - είδος λουκάνικου
    φρανφουράς - frankfurter seller - πωλητής χοτ ντογκ
    φρανφουρόκαρο - frankfurters car - καρότσι με χοτ ντογκ
    φρίζα - freezer (refrigerator) - καταψύκτης (ψυγείο)
    χαρατάκι - heart attack - καρδιακή προσβολή
    χοντόγκι - hot dog - χοτ ντογκ
    χοτέλι - hotel - ξενοδοχείο
Το παραπάνω λεξιλόγιο προέρχεται από το ένθετο του cd : "cafe aman amerika", της ορχήστρας "Aman Amerika" με "παλιά τραγούδια των Ελλήνων της Αμερικής, όπως τα είδαν οι απόγονοί τους".

Άβαταρ μέλους
Νίκος Τριήρης
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 286
Εγγραφή: 13 Σεπ 2007 12:43 pm
Τοποθεσία: Αθήνα, Χολαργός

#2 Δημοσίευση από Νίκος Τριήρης »

Μπράβο ρε Βασίλη. Πολύ ωραία.
Τέτοιου είδους λέξεις θα μπορούσαν ίσως να αποτελέσουν μία αυτούσια κατηγορία στο λεξιλόγιο του wiki.

Άβαταρ μέλους
ntouzenis
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 618
Εγγραφή: 01 Νοέμ 2005 12:54 pm
Τοποθεσία: Χανιά

#3 Δημοσίευση από ntouzenis »

Επισης να συμπληρωσω τα :
μίνες = τα ορυχεία
Σωλέκι = Salt Lake (city)
Σαναδεμπίτσης = ... υβριστικος χαρακτηρισμος (απο το son of the bitch φυσικα !)

Τα δυο πρωτα γνωριζω εξ ιδιας, απο τον παπου μου (απο τον πατερα), που δουλεψε στις μινες στο Σωλέκι απο τα 1912 ως τα 1918

Επισης εχω ακουσει τα δεκαδες γκρηνγκλις απο τους μπαρμπαδες μου που ζουν στο Αμερικα ... που θα παει θα θυμηθω κάποια, πρεπει να υπαρχουν αρκετα και στα μειλ του μπαρμπα Γιωργη απο το Κληβελαντ ...

AGIS
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 392
Εγγραφή: 05 Φεβ 2005 06:16 pm
Επικοινωνία:

#4 Δημοσίευση από AGIS »

να βάλουμε μέσα και το γνωστό: γ κ α ν τ έ μ η ς;
Σημαίνει τον άτυχο, τον "γρουσούζη", αλλά βγήκε
σαν χαρακτηρισμός γι' αυτούς που συνέχεια λέγανε
γκοντάμαντ (όπως το ξέρω ηχητικά - ποτέ μου δεν κατάλαβα
πώς ακριβώς προφέρεται και πώς γράφεται αυτή η φράση).

Το αντίθετο πάλι του γκοντάμαντ, το ΟΚ, σύμφωνα με τον θρύλο,
έχει κι αυτό ελληνική προέλευση, από τους εργοδηγούς των συνεργείων
στην κατασκευή των σιδηροδρόμων, οι οποίοι συμπλήρωναν τις ημερήσιες καταστάσεις με τα αρχικά ΟΚ, δηλαδή Όλα Καλά. Αλλά αυτό όποιος θέλει το πιστεύει.

Άβαταρ μέλους
bill1961
συντονιστής<br>(03/2008 ως τώρα)
Δημοσιεύσεις: 1024
Εγγραφή: 10 Μάιος 2005 11:51 pm
Τοποθεσία: Ηγουμενίτσα

#5 Δημοσίευση από bill1961 »

Έχει ιδιαίτερη αξία αυτό που αναφέρει παραπάνω ο Γιώργος, ότι δηλαδή, τα gringlish εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να χρησιμοποιούνται αλλά και να εμπλουτίζονται με καινούριες λέξεις-εκφράσεις. Να ένα τέτοιο παράδειγμα (από προσωπική εμπειρία): Μεϊντάνος = McDonalds !!!

Άβαταρ μέλους
Νίκος Τριήρης
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 286
Εγγραφή: 13 Σεπ 2007 12:43 pm
Τοποθεσία: Αθήνα, Χολαργός

#6 Δημοσίευση από Νίκος Τριήρης »

H λέξη γκαντέμης, όπως αναφέρει ο Μπαμπινιώτης, δεν προέρχεται όπως πολλοί πιστεύουν από το god damn it, αλλά από το τούρκικο cademisiz (δεν είμαι σίγουρος για την ορθογραφία) που θα πει κακότυχος, άμοιρος, άτυχος.

AGIS
More than 150 posts user.
Δημοσιεύσεις: 392
Εγγραφή: 05 Φεβ 2005 06:16 pm
Επικοινωνία:

#7 Δημοσίευση από AGIS »

Ουπς!
Η αλήθεια είναι ότι και τα δυο τα έγραψα όπως τα είχα ακουστά.
Για το καντέμης δεν κοίταξα πουθενά σε λεξικά κλπ.
Το οκ, παλιότερα που είχα κοιτάξει σε αγγλικά λεξικά, απ' ό,τι θυμάμαι το είχαν ανερμήνευτο ως προς την προέλευσή του.

Απάντηση

Επιστροφή στο “Κουβεντούλα”