Η μοντέρνα μερακλού
Μ’ αρέσει γλέντι φουντωτό, τον κόσμο δεν ψηφάω
και να ‘χω δίπλα μου νταλκά, μόνο γι’ αυτό ψοφάω.
[Δε λογαριάζω τα λεφτά, σ΄αυτόν που μου γουστάρει,]]
[φτάνει να ‘χω τις γλύκες μου και την ψυχή μ’ ας πάρει.]]
Δε δίνω δυάρα σ’ ό,τι πουν, που πίνω και γλεντάω,
τέτοια ζωή γουστάρω εγώ, στο σπίτι μου δεν πάω.
R: [Κι εσύ κοσμάκη που γλεντάς, στο νόημα εμπήκες,]]
[γλέντι δίχως ποδόγυρο, δεν έχει τόσες γλύκες.]]
Μ’ αρέσουν γούστα έξυπνα, γιατί είμαι απ’ τις μοντέρνες
και τη ζωή μου θα χαρώ πάντα μες στις ταβέρνες.
R