Της χήρας το καρπούζι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μια χήρα μες στην αγορά
πουλάει γλυκό καρπούζι
[μες στην οδόν της Αθηνάς
κοντά εις του Μουρούζη.] x2
Φωνάζει πέντε την οκά
και το βαστά στο χέρι
[κι όποιος της πει για κόκκινο
το σκίζει με μαχαίρι.] x2
Της χήρας είναι ξακουστό
το έχει διαλεγμένο
[μα έχει πράμα καθαρό
δεν είναι βαρεμένο.] x2
Το πράμα όπου έχει αυτή
όποιος το φάει τρίζει
και μέσα την καρδούλα του
όλο θα τη δροσίζει.] x2
- Χήρα μου το καρπούζι σου.
Πολύ τα εκατέβασε
και τα 'βαλε στη φτήνια
όλοι στη χήρα τρέχουνε
Πειραίας και Αθήνα.] x2