Πειραιώτισσα τσαχπίνα (Ατραΐδη)

Από στίχοι
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ένα βράδυ στον Περαία, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν,

τα ‘μπλεξα με μια μικρή, αχ, αχ, αχ, αμάν,

τα ‘μπλεξα με μια μικρή, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν.


Ήταν κούκλα, εμορφη, αχ, αχ, αχ, αμάν,

υψηλή, μελαχροινή, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν,

υψηλή, μελαχροινή, γιάρ, γιάρ, γιάρ, αμάν.


Αχ, με μια ματιά της, μ’ έχει, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν,


αχ, αλάνη και μπεκρή, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν,

αχ, αλάνη και μπεκρή, αχ, αχ, αχ, αμάν.


Στις ταβέρνες να γυρίζω, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν,

να ζητάω το κρασί, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν,

να ζητάω το κρασί, αχ, αχ, αχ, αμάν.


Κι όταν πίνω και μεθώ, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν,

τρέχω πια να τη ζητώ, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν,

τρέχω πια να τη ζητώ, αχ, αχ, αχ, αμάν.


Δε μου ρίχνει μια ματιά, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν,

να μου γιάνει την καρδιά, αχ, αχ, αχ, αμάν,

να μου γιάνει την καρδιά, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν.


Κι όταν πίνω και μεθώ, αχ, αχ, αχ, αμάν,

τρέχω πια να τη ζητώ, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν,

τρέχω πια να τη ζητώ, αχ, αχ, αχ, αμάν.


Να μου ρίξει μια ματιά, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν,

να μου γιάνει την καρδιά, αχ, αχ, αχ, αμάν,

να μου γιάνει την καρδιά, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν.


Ένα βράδυ στον Περαία, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν,

τα ‘μπλεξα με μια μικρή, αχ, αχ, αχ, αμάν,

τα ‘μπλεξα με μια μικρή, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν.


Ήταν κούκλα, έμορφη, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν,

υψηλή, μελαχροινή, αχ, αχ, αχ, αμάν,

υψηλή, μελαχροινή, βάϊ, βάϊ, βάϊ, αμάν.