Ο παντρεμένος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μπορεί να είσαι φρόνιμος, καλός και διαλεγμένος,
για μένα είσαι βάσανο, βάσανο,
γιατί είσαι πα-, γιατί είσαι παντρεμένος.
R: Είναι ά-, είναι άλλη μέσ’ στη μέση,
που για πά-, που για πάντα σ’ έχει δέσει.
Μιλάς για διαζύγιο, για να παρηγοριέμαι,
μα πάντοτε παράνομα, παράνομα,
μαζί σου θα, μαζί σου θα τραβιέμαι.
R
Μπορεί πολύ να σ’ αγαπώ και να ‘σαι τσιμπιμένος,
μα μετανιώνω σαν σκεφτώ, σαν σκεφτώ,
πως είσαι πα-, πως είσαι παντρεμένος.
[Είναι κά-, είναι κάτι μέσ’ στη μέση,| δε μπορεί, δε μπορεί να μας συνδέσει.][