Ο καημός της κυρά Κώσταινας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Η δόλια κυρα Κώσταινα κρυφό το 'χε καμάρι
που είχε στην ξενιτειά ένα γιο , λεβέντη παλικάρι.
Αυτόν είχε παρηγοριά, η έρημη μητέρα
και τα ορφανά τ' αδέρφια του, αυτόν είχαν πατέρα.
Η μοίρα όμως η κακιά, όταν αυτή δε θέλει,
στέλνει το χάρο μια βραδιά και την ψυχή του παίρνει.
Τώρα η κυρα Κώσταινα, τις νύχτες αγρυπνάει
τα νεκροπούλια κράζουνε κι εκείνη τα ρωτάει.
Σαν πέθαν' ο λεβέντης μου, γιατί δεν μου το λέτε
μόνο τη νύχτα κάθεστε, στην πόρτα μου και κλαίτε.
Πέστε το νεκροπούλια μου, στ' αδέρφια του να ξέρουν
που είναι το μνημούρι του, λουλούδια να του φέρουν. |