Η παξιμαδοκλεφτρα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μια μικρούλα πεταχτή κι αφράτη παξιμάδα,
πο’ ‘χει στα μάτια της φωτιά, στα χείλη νοστιμάδα,
με σταματά και με ρωτά, πού πέφτουν τα Σουδέλια,
μόλις της είπα, «να εκεί» μ’ αρχίνησε τα γέλια.
R: Ααχ, ψεύτρα, ψεύτρα, ψεύτρα,
τρελή μου παξιμαδοκλέφτρα,
μ’ αυτήν την απονιά σου, με τα καμώματά σου
πόσους κουτούς γελάς, βρε ψεύτρα,
τρελή μου παξιμαδοκλέφτρα.
Τη βρίσκω άλλη μια βραδιά και ήταν μεθυσμένη
κι όλο λογάκια τρυφερά να λέει η δυστυχισμένη,
της λέγω, πάψε, άλλο μην κλαις, κάμ’ την καρδιά σου πέτρα,
γιατί αν κλαις κι αν δεν κλαις, είσαι παξιμαδοκλέφτρα.
R