Αχ μπαρμπουνάρα μου (Νέοι, γέροι ψιθυρίζουν)
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μου αρέσει ν’ ανεβαίνω στο οτό
και με ζούρλα το τεμόνι να κρατώ,
[έτσι μ’ αρέσει να περνάω τη ζωή
και δε με νοιάζει ο κοσμάκης τι θα πει.]]
{Αχ, μπαρμπουνάρα μου νέοι, γέροι, ψιθυρίζουν
τα μαύρα μάτια σου την καρδιά μου σκίζουν,
[με μια ματιά σου πέφτουν όλοι σαν τρελοί
κι έτσι περνάς μ’ αυτήν ωραία σου ζωή.]]}}