Στράτος Παγιουμτζής
Δημοσιεύτηκε: 09 Νοέμ 2005 04:23 pm
Παραθέτω ένα κείμενο για τον Στράτο, αυτούσιο, όπως το είχαμε ετοιμάσει παλιότερα για μια συναυλία αφιέρωμα στην "τετράδα":
Ο Στράτος Παγιουμτζής ανήκει κι αυτός στην κατηγορία εκείνη των καλλιτεχνών που γεννήθηκαν στην ελληνική Μικρά Ασία αλλά έκαναν καριέρα στον Ελλαδικό χώρο και κυρίως στον Πειραιά και στην Αθήνα.
Γεννημένος το 1902 στο Αϊβαλί, έρχεται οικογενειακώς στον Πειραιά τον Δεκέμβριο του 1918 όπου εργάζεται μαζί με τον πατέρα του στο λιμάνι, άλλοτε σαν ψαράς κι άλλοτε σαν βαρκάρης.
Η γνωριμία του με τον Μάρκο Βαμβακάρη ήταν η αρχή μιας μακροχρόνιας φιλίας που θα τους έδενε δια βίου μέχρι τον θάνατό τους. Πολύ σύντομα στην παρέα θα προστεθεί ο Μπαγιαντέρας, ο Δελιάς και ο μεγαλύτερός τους σε ηλικία, Γιώργος Μπάτης. Ο Στράτος, μαζί με τον Μάρκο, τον Δελιά και τον Μπάτη αποτέλεσαν την πρώτη ρεμπέτικη κομπανία και εμφανίζονταν, σε διάφορες συνοικίες του Πειραιά.
Το 1934, σε μια ηχογράφηση τραγουδιών του Γιώργου Μπάτη, ο Στράτος έκανε το δισκογραφικό του ντεμπούτο. Αυτή ήταν και η αφετηρία για τις εκατοντάδες ηχογραφήσεις που θα ακολουθούσαν και θα εδραίωναν τον Στράτο στην κορυφή των λαϊκών ερμηνευτών. Η επιτυχία του υπήρξε άμεση. Άλλωστε κανείς δεν θα μπορούσε να αμφισβητήσει τις εκπληκτικές του φωνητικές δυνατότητες. Η μοναδική του δισκογραφική απουσία, λόγω του δεύτερου Παγκοσμίου πολέμου, ήταν το διάστημα 1941 – 1945. Κατά τα άλλα, όλοι οι συνθέτες τις εποχής, έγραφαν τραγούδια ειδικά για την φωνή του Στράτου. Έτσι και χάρη στη δισκογραφία της εποχής, η φωνή του Στράτου αποτυπώνει κατά τρόπο ανεξίτηλο συνθέσεις των Παναγιώτη Τούντα, Βαγγέλη Παπάζογλου, Μάρκου Βαμβακάρη, Γιάννη Παπαϊωάννου, Μπαγιαντέρα, Δελιά, Χιώτη και ειδικότερα του Βασίλη Τσιτσάνη.
Είτε τραγουδούσε μόνος του, είτε μαζί με άλλον η φωνή του είχε κάτι το συνταρακτικό, ένα σπάνιο κράμα λεβεντιάς, αισιοδοξίας και ειλικρίνειας. Χαρακτηριστικά ο Γιάννης Παπαϊωάννου έλεγε: «Αυτός ο Στράτος, μεγάλη φωνή! Άμα τραγούδαγε σε πείραζε, σ’ άγγιζε τόσο πολύ που σ’ άρπαγε το τραγούδι του και δεν σε άφηνε ήσυχο ώρες ολόκληρες. Καρδιά μικρού παιδιού και συνάδελφος καλός. Τέτοιος δεν υπάρχει…». Ο χρόνος δεν επηρέασε τη φωνή του Στράτου. Ακόμα και στα εβδομήντα του, η φωνή του διατηρούσε μια νεανική ποιότητα. Κατά τη διάρκεια μιας εμφάνισής του σε ένα ελληνικό κέντρο διασκέδασης, στη Νέα Υόρκη, ο Στράτος πέθανε τον Νοέμβριο του 1971.
Η φωνή του έσβησε, αλλά οι πολύτιμες ηχογραφήσεις του, όσο περνάν τα χρόνια, αναγκάζουν τους μουσικολόγους να συνειδητοποιούν πόσο σπουδαίος και σημαντικός τραγουδιστής ήταν.
Ο Στράτος Παγιουμτζής ανήκει κι αυτός στην κατηγορία εκείνη των καλλιτεχνών που γεννήθηκαν στην ελληνική Μικρά Ασία αλλά έκαναν καριέρα στον Ελλαδικό χώρο και κυρίως στον Πειραιά και στην Αθήνα.
Γεννημένος το 1902 στο Αϊβαλί, έρχεται οικογενειακώς στον Πειραιά τον Δεκέμβριο του 1918 όπου εργάζεται μαζί με τον πατέρα του στο λιμάνι, άλλοτε σαν ψαράς κι άλλοτε σαν βαρκάρης.
Η γνωριμία του με τον Μάρκο Βαμβακάρη ήταν η αρχή μιας μακροχρόνιας φιλίας που θα τους έδενε δια βίου μέχρι τον θάνατό τους. Πολύ σύντομα στην παρέα θα προστεθεί ο Μπαγιαντέρας, ο Δελιάς και ο μεγαλύτερός τους σε ηλικία, Γιώργος Μπάτης. Ο Στράτος, μαζί με τον Μάρκο, τον Δελιά και τον Μπάτη αποτέλεσαν την πρώτη ρεμπέτικη κομπανία και εμφανίζονταν, σε διάφορες συνοικίες του Πειραιά.
Το 1934, σε μια ηχογράφηση τραγουδιών του Γιώργου Μπάτη, ο Στράτος έκανε το δισκογραφικό του ντεμπούτο. Αυτή ήταν και η αφετηρία για τις εκατοντάδες ηχογραφήσεις που θα ακολουθούσαν και θα εδραίωναν τον Στράτο στην κορυφή των λαϊκών ερμηνευτών. Η επιτυχία του υπήρξε άμεση. Άλλωστε κανείς δεν θα μπορούσε να αμφισβητήσει τις εκπληκτικές του φωνητικές δυνατότητες. Η μοναδική του δισκογραφική απουσία, λόγω του δεύτερου Παγκοσμίου πολέμου, ήταν το διάστημα 1941 – 1945. Κατά τα άλλα, όλοι οι συνθέτες τις εποχής, έγραφαν τραγούδια ειδικά για την φωνή του Στράτου. Έτσι και χάρη στη δισκογραφία της εποχής, η φωνή του Στράτου αποτυπώνει κατά τρόπο ανεξίτηλο συνθέσεις των Παναγιώτη Τούντα, Βαγγέλη Παπάζογλου, Μάρκου Βαμβακάρη, Γιάννη Παπαϊωάννου, Μπαγιαντέρα, Δελιά, Χιώτη και ειδικότερα του Βασίλη Τσιτσάνη.
Είτε τραγουδούσε μόνος του, είτε μαζί με άλλον η φωνή του είχε κάτι το συνταρακτικό, ένα σπάνιο κράμα λεβεντιάς, αισιοδοξίας και ειλικρίνειας. Χαρακτηριστικά ο Γιάννης Παπαϊωάννου έλεγε: «Αυτός ο Στράτος, μεγάλη φωνή! Άμα τραγούδαγε σε πείραζε, σ’ άγγιζε τόσο πολύ που σ’ άρπαγε το τραγούδι του και δεν σε άφηνε ήσυχο ώρες ολόκληρες. Καρδιά μικρού παιδιού και συνάδελφος καλός. Τέτοιος δεν υπάρχει…». Ο χρόνος δεν επηρέασε τη φωνή του Στράτου. Ακόμα και στα εβδομήντα του, η φωνή του διατηρούσε μια νεανική ποιότητα. Κατά τη διάρκεια μιας εμφάνισής του σε ένα ελληνικό κέντρο διασκέδασης, στη Νέα Υόρκη, ο Στράτος πέθανε τον Νοέμβριο του 1971.
Η φωνή του έσβησε, αλλά οι πολύτιμες ηχογραφήσεις του, όσο περνάν τα χρόνια, αναγκάζουν τους μουσικολόγους να συνειδητοποιούν πόσο σπουδαίος και σημαντικός τραγουδιστής ήταν.