Σχόλιο στο τραγούδι "κάποια μάνα αναστενάζει"
Δημοσιεύτηκε: 21 Ιαν 2016 09:35 pm
Το σχόλιο σε αυτό το τραγούδι είναι τεράστιο, με αποτέλεσμα να χαλά ο πίνακας και να είναι πολύ δύσκολο να το διαβάσεις στη λίστα με τα τραγούδια. Οπότε το μεταφέρω εδώ και βάζω στο τραγούδι σύνδεσμο σε αυτό το θέμα.
Πρόκειται για συνδημιουργία Τσιτσάνη - Μπακάλη. Δίσκος 1947, PARLOPHONE B.74100.
1. Πρόκειται για το συγκλονιστικότερο αστικό τραγούδι της εμφυλιακής περιόδου, σύμβολο ενότητας του αλληλοσπαρασσόμενου ελληνικού λαού, ερμηνευμένο σε –πρώτη φωνή– ανεπανάληπτα από την βελούδινη φωνή της αξέχαστης Χασκίλ.
2. Κοινό σημείο συνάντησης, αλλά και συγκίνησης των εμπολέμων αντιπάλων είναι αναμφίβολα η τραγική Ελληνίδα Μάνα. Και από τη μεριά της, είναι αναμφισβήτητη η παγκοσμιότητα και η διαχρονικότητα της απέραντης αγωνίας της, για κάθε πόλεμο. Ο φόβος για το κακό, η αναμονή της επιστροφής του δικού της γιού-πολεμιστή, η ατέρμονη εναλλαγή ελπίδας και απελπισίας, είναι απερίγραπτης έντασης για τη μάνα.
3. Μια και η μάνα μπορεί, αδιακρίτως, να είναι η μάνα του οποιουδήποτε μαχητή, της όποιας παράταξης, και μια που στο πρόσωπο της μάνας που υποφέρει από την απουσία του παιδιού της και τον φόβο μη σκοτωθεί στον πόλεμο, αντανακλάται το δράμα της ίδιας της πατρίδας, καθιστά το σπουδαίο αυτό λαϊκό τραγούδι σύμ-βολο εθνικής ενότητας.
4. Η «μαύρη ξενιτιά» είναι η αλληγορία-κλειδί του τραγουδιού, που εδώ σημαίνει τον τόπο της μάχης, της φυλακής, της εξορίας, και λίγο αργότερα (από τον Αύγουστο του 1949, με τη λήξη του φρικτού Εμφυλίου Πολέμου), της πολιτικής προσφυγιάς των ανταρτών στις κομμουνιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
5. Έτσι, το τραγούδι αυτό, κατόρθωσε μεν να ξεγελάσει τη λογοκρισία και να κυκλοφορήσει για λίγο καιρό, ώσπου όμως στις 6 του Δεκέμβρη 1947, με εντολή της Αστυνομικής Διεύθυνσης Πειραιώς, απαγορεύεται ρητά η εκτέλεσή του, διότι, όπως λέει το κείμενο της αστυνομικής ανακοίνωσης, «έχει αλληγορικήν σημασίαν, εξ’ ου δύνανται να δημιουργηθούν αντεγκλήσεις, επεισόδια και διασάλευσις της τάξεως». Κατά πληροφορία του Κ. Χατζηδουλή, το τραγούδι λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του απαγορεύθηκε, με διαταγή του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, να παίζεται και να τραγουδιέται σε δημόσιους χώρους. Σημαντικότατο ρόλο στην παραπάνω διαταγή έπαιξε και το μεγάλο κύμα συλλήψεων του Ιούλη του 1947.
6. Στις 28 Αυγούστου 1950, με διαταγή που υπέγραφε ο τότε αστυνομικός διευθυντής Αθηνών Δημήτριος Βρανόπουλος, το τραγούδι μπαίνει στη λίστα των απαγορευμένων τραγουδιών. Στην ίδια λίστα περιλαμβάνονταν ακόμη 24 τραγούδια, μερικά «χασικλίδικα», μερικά «άσεμνα» στο περιεχόμενο και τα υπόλοιπα, ως «έχοντα αλληγορικήν σημασίαν», όπως το «Ως πότε πια τέτοια ζωή», «Το δικαστήριο», «Κάνε λιγάκι υπομονή», το προπολεμικό «Οι αδικοπνιγμένοι» και άλλα.
7. Κατά ρητή δήλωση του Νίκου Μάργαρη, το «Κάποια μάνα αναστενάζει» είχε γίνει ο ύμνος των εξόριστων. Παρά τις απαγορεύσεις, το «Κάποια μάνα αναστενάζει» τραγουδήθηκε από τους αριστερούς στις φυλακές και τις εξορίες όσο κανένα άλλο ρεμπέτικο.
8. Ο Β. Τσιτσάνης, σε γραπτή του συνέντευξη στον Στάθη Γκώντλετ, μεταξύ άλλων λέει: «Επί ανταρτοπολέμου μου κόψανε το “Κάποια μάνα αναστενάζει”. Το τραγούδι αυτό είχε κυκλοφορήσει σε δίσκους, δεν έφταιγε σε τίποτα, όμως είχε παραποιηθεί ο τρίτος στίχος, και οι μεν λέγανε “να γυρίσει ο λεβέντης απ’ τη μαύρη Ικαριά”, οι δε “απ’ το τάγμα του Κρανιά”, αντί του πραγματικού “απ’ τη μαύρη ξενητιά”. Περιττόν είναι να υπενθυμίσω ότι η τεράστια επιτυχία αυτού του τραγουδιού οφείλεται στην “φανταστική”, όπως γράψανε, μουσική του».
9. Ο Τάσος Βουρνάς, στο άρθρο του “Το σύγχρονο λαϊκό τραγούδι” που δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 1961 στην “Επιθεώρηση Τέχνης”, μεταξύ άλλων αναφέρει: «Το τραγούδι “Κάποια μάνα αναστενάζει” κατέκτησε με τέτοια αστραπιαία ταχύτητα τις εργαζόμενες μάζες, λόγω του αντιπολεμικού του μηνύματος, ώστε έφτασε σε μια στιγμή να αποτελεί το συνδετικό κρίκο εθνικής επαφής ανάμεσα σ’ ένα λαό που βρισκόταν στη σκληρή δίνη του εμφυλίου πολέμου. Στρατιώτες και αντάρτες το τραγουδούσαν στα πεδία συγκρούσεων και μέσα στο κλίμα μιας εμφύλιας σύρραξης, –που από τη φύση της, όπως λέει ο Λένιν, είναι χίλιες φορές πιο σκληρή από έναν πόλεμο ανάμεσα σε δυο κράτη–, έφερνε μια ημεράδα και μια γλύκα πρωτοφανέρωτη στις ψυχές των αντιπάλων. Αποτέλεσμα: η τότε κυβέρνηση το απαγόρεψε».
10. Υπάρχει και τέταρτη στροφή του τραγουδιού, που δεν ηχογραφήθηκε ποτέ και είναι: Πίκρες, πόνοι τηνε δέρνουν κι είναι πάντα σκεφτικιά, Βασανίζεται η δόλια, μα το γιό της δεν ξεχνά. - Οι κρατούμενοι της Μακρονήσου τραγουδούσαν την τρίτη στροφή ως εξής: Με υπομονή προσμένει και λαχτάρα στη ψυχή, Ο λεβέντης να γυρίσει απ’ τη μαύρη φυλακή. Ενώ, οι εξόριστοι στην Ικαρία άλλαζαν τη λέξη “ξενιτιά” με τη λέξη “Ικαριά”, όπως επισημαίνει παραπάνω και ο ίδιος ο Β. Τσιτσάνης. - Ο Μπάμπης Μπακάλης ξεκίνησε τη δισκογραφική του καριέρα με το σπουδαίο αυτό τραγούδι, αλλά ήρθε σε ρήξη με τον Βασίλη Τσιτσάνη. Η διαμάχη των δύο σπουδαίων συνθετών, που ήταν και συμπατριώτες από τα Τρίκαλα, προήλθε μάλλον επειδή ο Μπακάλης έδωσε αρχικά στον Τσιτσάνη το τραγούδι του “Ζητά να μάθει που είναι ο γιός της”, αλλά αυτός προβαίνοντας σε διαμόρφωση στίχων και μουσικής τελικά δημιούργησε το “Κάποια μάνα αναστενάζει”. Για τη συνεργασία τους αυτή ο Μπ. Μπακάλης πήρε το 25% των πνευματικών δικαιωμάτων του τραγουδιού, αλλά το όνομά του δεν γράφτηκε στην ετικέτα του δίσκου γραμμοφώνου. Αυτό πραγματοποιήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1960, μετά βέβαια από συμφωνία με τον Βασίλη Τσιτσάνη. (Απόσπασμα από το βιβλίο μου "ΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΣΤΑ ΠΕΤΡΙΝΑ ΧΡΟΝΙΑ 1940 - 1949"). 13. Υπάρχει παράλληλη εκτέλεση, με το Ντούο Χάρμα (Λίτσα και Τόλης Χάρμας ή Χαρμαντάς), το 1947 (δίσκος γραμμοφώνου Columbia DG 6652).
Πρόκειται για συνδημιουργία Τσιτσάνη - Μπακάλη. Δίσκος 1947, PARLOPHONE B.74100.
1. Πρόκειται για το συγκλονιστικότερο αστικό τραγούδι της εμφυλιακής περιόδου, σύμβολο ενότητας του αλληλοσπαρασσόμενου ελληνικού λαού, ερμηνευμένο σε –πρώτη φωνή– ανεπανάληπτα από την βελούδινη φωνή της αξέχαστης Χασκίλ.
2. Κοινό σημείο συνάντησης, αλλά και συγκίνησης των εμπολέμων αντιπάλων είναι αναμφίβολα η τραγική Ελληνίδα Μάνα. Και από τη μεριά της, είναι αναμφισβήτητη η παγκοσμιότητα και η διαχρονικότητα της απέραντης αγωνίας της, για κάθε πόλεμο. Ο φόβος για το κακό, η αναμονή της επιστροφής του δικού της γιού-πολεμιστή, η ατέρμονη εναλλαγή ελπίδας και απελπισίας, είναι απερίγραπτης έντασης για τη μάνα.
3. Μια και η μάνα μπορεί, αδιακρίτως, να είναι η μάνα του οποιουδήποτε μαχητή, της όποιας παράταξης, και μια που στο πρόσωπο της μάνας που υποφέρει από την απουσία του παιδιού της και τον φόβο μη σκοτωθεί στον πόλεμο, αντανακλάται το δράμα της ίδιας της πατρίδας, καθιστά το σπουδαίο αυτό λαϊκό τραγούδι σύμ-βολο εθνικής ενότητας.
4. Η «μαύρη ξενιτιά» είναι η αλληγορία-κλειδί του τραγουδιού, που εδώ σημαίνει τον τόπο της μάχης, της φυλακής, της εξορίας, και λίγο αργότερα (από τον Αύγουστο του 1949, με τη λήξη του φρικτού Εμφυλίου Πολέμου), της πολιτικής προσφυγιάς των ανταρτών στις κομμουνιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
5. Έτσι, το τραγούδι αυτό, κατόρθωσε μεν να ξεγελάσει τη λογοκρισία και να κυκλοφορήσει για λίγο καιρό, ώσπου όμως στις 6 του Δεκέμβρη 1947, με εντολή της Αστυνομικής Διεύθυνσης Πειραιώς, απαγορεύεται ρητά η εκτέλεσή του, διότι, όπως λέει το κείμενο της αστυνομικής ανακοίνωσης, «έχει αλληγορικήν σημασίαν, εξ’ ου δύνανται να δημιουργηθούν αντεγκλήσεις, επεισόδια και διασάλευσις της τάξεως». Κατά πληροφορία του Κ. Χατζηδουλή, το τραγούδι λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του απαγορεύθηκε, με διαταγή του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, να παίζεται και να τραγουδιέται σε δημόσιους χώρους. Σημαντικότατο ρόλο στην παραπάνω διαταγή έπαιξε και το μεγάλο κύμα συλλήψεων του Ιούλη του 1947.
6. Στις 28 Αυγούστου 1950, με διαταγή που υπέγραφε ο τότε αστυνομικός διευθυντής Αθηνών Δημήτριος Βρανόπουλος, το τραγούδι μπαίνει στη λίστα των απαγορευμένων τραγουδιών. Στην ίδια λίστα περιλαμβάνονταν ακόμη 24 τραγούδια, μερικά «χασικλίδικα», μερικά «άσεμνα» στο περιεχόμενο και τα υπόλοιπα, ως «έχοντα αλληγορικήν σημασίαν», όπως το «Ως πότε πια τέτοια ζωή», «Το δικαστήριο», «Κάνε λιγάκι υπομονή», το προπολεμικό «Οι αδικοπνιγμένοι» και άλλα.
7. Κατά ρητή δήλωση του Νίκου Μάργαρη, το «Κάποια μάνα αναστενάζει» είχε γίνει ο ύμνος των εξόριστων. Παρά τις απαγορεύσεις, το «Κάποια μάνα αναστενάζει» τραγουδήθηκε από τους αριστερούς στις φυλακές και τις εξορίες όσο κανένα άλλο ρεμπέτικο.
8. Ο Β. Τσιτσάνης, σε γραπτή του συνέντευξη στον Στάθη Γκώντλετ, μεταξύ άλλων λέει: «Επί ανταρτοπολέμου μου κόψανε το “Κάποια μάνα αναστενάζει”. Το τραγούδι αυτό είχε κυκλοφορήσει σε δίσκους, δεν έφταιγε σε τίποτα, όμως είχε παραποιηθεί ο τρίτος στίχος, και οι μεν λέγανε “να γυρίσει ο λεβέντης απ’ τη μαύρη Ικαριά”, οι δε “απ’ το τάγμα του Κρανιά”, αντί του πραγματικού “απ’ τη μαύρη ξενητιά”. Περιττόν είναι να υπενθυμίσω ότι η τεράστια επιτυχία αυτού του τραγουδιού οφείλεται στην “φανταστική”, όπως γράψανε, μουσική του».
9. Ο Τάσος Βουρνάς, στο άρθρο του “Το σύγχρονο λαϊκό τραγούδι” που δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 1961 στην “Επιθεώρηση Τέχνης”, μεταξύ άλλων αναφέρει: «Το τραγούδι “Κάποια μάνα αναστενάζει” κατέκτησε με τέτοια αστραπιαία ταχύτητα τις εργαζόμενες μάζες, λόγω του αντιπολεμικού του μηνύματος, ώστε έφτασε σε μια στιγμή να αποτελεί το συνδετικό κρίκο εθνικής επαφής ανάμεσα σ’ ένα λαό που βρισκόταν στη σκληρή δίνη του εμφυλίου πολέμου. Στρατιώτες και αντάρτες το τραγουδούσαν στα πεδία συγκρούσεων και μέσα στο κλίμα μιας εμφύλιας σύρραξης, –που από τη φύση της, όπως λέει ο Λένιν, είναι χίλιες φορές πιο σκληρή από έναν πόλεμο ανάμεσα σε δυο κράτη–, έφερνε μια ημεράδα και μια γλύκα πρωτοφανέρωτη στις ψυχές των αντιπάλων. Αποτέλεσμα: η τότε κυβέρνηση το απαγόρεψε».
10. Υπάρχει και τέταρτη στροφή του τραγουδιού, που δεν ηχογραφήθηκε ποτέ και είναι: Πίκρες, πόνοι τηνε δέρνουν κι είναι πάντα σκεφτικιά, Βασανίζεται η δόλια, μα το γιό της δεν ξεχνά. - Οι κρατούμενοι της Μακρονήσου τραγουδούσαν την τρίτη στροφή ως εξής: Με υπομονή προσμένει και λαχτάρα στη ψυχή, Ο λεβέντης να γυρίσει απ’ τη μαύρη φυλακή. Ενώ, οι εξόριστοι στην Ικαρία άλλαζαν τη λέξη “ξενιτιά” με τη λέξη “Ικαριά”, όπως επισημαίνει παραπάνω και ο ίδιος ο Β. Τσιτσάνης. - Ο Μπάμπης Μπακάλης ξεκίνησε τη δισκογραφική του καριέρα με το σπουδαίο αυτό τραγούδι, αλλά ήρθε σε ρήξη με τον Βασίλη Τσιτσάνη. Η διαμάχη των δύο σπουδαίων συνθετών, που ήταν και συμπατριώτες από τα Τρίκαλα, προήλθε μάλλον επειδή ο Μπακάλης έδωσε αρχικά στον Τσιτσάνη το τραγούδι του “Ζητά να μάθει που είναι ο γιός της”, αλλά αυτός προβαίνοντας σε διαμόρφωση στίχων και μουσικής τελικά δημιούργησε το “Κάποια μάνα αναστενάζει”. Για τη συνεργασία τους αυτή ο Μπ. Μπακάλης πήρε το 25% των πνευματικών δικαιωμάτων του τραγουδιού, αλλά το όνομά του δεν γράφτηκε στην ετικέτα του δίσκου γραμμοφώνου. Αυτό πραγματοποιήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1960, μετά βέβαια από συμφωνία με τον Βασίλη Τσιτσάνη. (Απόσπασμα από το βιβλίο μου "ΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΣΤΑ ΠΕΤΡΙΝΑ ΧΡΟΝΙΑ 1940 - 1949"). 13. Υπάρχει παράλληλη εκτέλεση, με το Ντούο Χάρμα (Λίτσα και Τόλης Χάρμας ή Χαρμαντάς), το 1947 (δίσκος γραμμοφώνου Columbia DG 6652).