
ΑΝΕΣΤΗΣ ΔΕΛΙΑΣ
Ο Ανέστης Δελιάς γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1912 και πέθανε το 1944 από χρήση ηρωΐνης (32 ετών). Το παρατσούκλι του ήταν "Αρτέμης".
Με την καταστροφή της Σμύρνης (1922) μετακόμισε με την οικογένεια του στην Αθήνα, στον Άγιο-Διονύση.
Αρχικά ξεκίνησε με κιθάρα και αργότερα με το μπουζούκι και έγινε άριστος μπουζουξής.
Μέλος της "Ρεμπέτικης τετράς" του Πειραιά.
Σύνθεσε 12 συγκλονιστικά τραγούδια.:
1. ΜΑΝΕΣ ΡΑΣΤ-ΝΕΒΑ
2. ΑΘΗΝΑΙΙΣΑ
3. ΚΟΥΤΣΑΒΑΚΙ
4. ΜΑΓΚΕΣ ΠΙΑΣΤΕ ΤΑ ΒΟΥΝΑ
5. Ο ΝΙΚΟΣ Ο ΤΡΕΛΛΑΚΙΑΣ
6. Ο ΠΟΝΟΣ ΤΟΥ ΠΡΕΖΑΚΙΑ
7. ΟΥΣΑΚ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΞΕΝΗΤΕΙΑΣ
8. ΣΟΥΡΑ ΚΑΙ ΜΑΣΤΟΥΡΑ
9. ΤΟΝ ΑΝΤΡΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΜΕΝΑ
10. Ο ΦΙΓΟΥΡΑΤΖΗΣ
11. ΤΟ ΣΑΚΑΚΙ
12. ΤΟ ΧΑΡΕΜΙ ΣΤΟ ΧΑΜΑΜ
Αφήγηση του Στέλιου Κηρομύτη από το βίβλιο του Λευτέρη Παπαδόπουλου "Να συλληφθεί το ντουμάνι":
Ο Ανέστης Δελιάς ήταν μπουζουκάκι καλό, είχε και στοματάκι, ήταν ωραίος. Είχε μια γκόμενα πουτάνα, στα Βούρλα. Αυτή ήτανε πρεζού. Έκανε βίζιτες, να πούμε, δεν την είχε καταλάβει. Και μένανε σε ένα παραγκάκι στα Χιώτικα. Στον Άγιο Διονύση. Εκεί που είναι τα Βούρλα, από κάτω ήταν τα Χιώτικα, που λέγανε. Όπως κοιμότανε λοιπόν ο Ανέστης μαζί της, να πούμε, τώρα τον εγουστάριζε βέβαια, ήθελε να τον κάνει κτήμα της. Του έκανε ένα γιουχ, δηλαδή όπως παίρνουμε ένα χαρτί, να πούμε, το στρίβουμε και το κάνουμε σαν χωνάκι, έτσι όπως το τσιγάρο. Του 'βαζε λοιπόν την πρέζα στο χωνάκι. Αυτός κοιμότανε, να πούμε, αυτή παρακολουθούσε την αναπνοή του. Έτσι την έπαιρνε την πρέζα αυτός. Μία, δύο, τρεις, πέντε. Δεν το καταλάβαινε. Η ηρωίνη τώρα, αν την πιεις πέντε φορές, τσιμπήθηκες. Την άρπαξες. Την τέταρτη φορά, λοιπόν, σηκώθηκε, κρυάδες, κομάρες, ρίγους, η κοιλιά του τον πόναγε. Μου το είχε πει ο ίδιος εμένα, μετά. Της λέει, ρε συ Κούλα, της λέει, τι έχω, δεν ξέρω τι έχω, τρέμω, ξέρω γω. Ρίξε μου ρούχα απάνω μου. Μπα, τίποτα δεν έχεις, λέει, θα σου δώκω, λέει μια σκόνη, λέει, που είναι, λέει, για τις κρυάδες, λέει, γι' αυτά. Μόλις την ήπιε, ουπ, έγινε στα γρήγορα καλά. Την άλλη μέρα άρρωστος πάλι. Σου λέει, ας πιω άλλη μια ψιχούλα μήπως γίνω πάλι καλά. Και αυτό ήτανε, Λευτέρη μου. Μία, δυο, τρεις, τον έκανε πρεζάκια...
ο Ανέστης Δελιάς έγράψε το εξής προφητικό κομμάτι...
Ο ΠΟΝΟΣ ΤΟΥ ΠΡΕΖΑΚΙΑ:
Απ' τον καιρό που άρχισα την πρέζα να φουμάρω.
Ο κόσμος μ' απαρνήθηκε, δεν ξέρω τι να κάνω.
Όπου σταθώ κι όπου βρεθώ ο κόσμος με πειράζει.
Και η ψυχή μου δεν κρατά πρέζα να με φωνάζει
Απ' τη μυτιά που τράβαγα άρχισα και βελόνι.
Και το κορμί μου άρχισε σιγά – σιγά να λειώνει
Τίποτε δε μ' απόμεινε στο κόσμο για να κάνω.
Αφού η πρέζα μ' έκανε στους δρόμους να πεθάνω
Οι φίλοι του ρεμπέτες, με πρώτο τον Μιχάλη Γενίτσαρη, προσπάθησαν πολλές φορές να τον βάλουν να ξεκόψει. Συχνά τον έκλειναν μέσα στο σπίτι και παραφυλούσαν για να μην τρέξει πάλι σε κάποιον τεκέ. Ο Δελιάς πάντα ξέφευγε, πουλώντας ακόμα και το μπουζούκι για ν' αγοράσει τη δόση του.
Το κάρο της Αστυνομίας τον μάζεψε κόκκαλο ένα πρωί του '44, έξω από έναν τεκέ στο Μεταξουργείο...