Προσφυγάκι (Είμαι ένα δερβισάκι) (Μελκόν Μ)
Είμαι ένα ντερβισάκι, αχ, το λέγω,
που με διώξαν απ’ τη Σμύρνη κι όλο κλαίγω.
[Και το ρίχνω στο μεθύσι και φουμάρω και χασίσι,
στο καφέ αμάν, αχ, γιαβρούμ/γιαμπέμ αμάν.]]
Όταν παίζω ταξιμάκι μερακλώνω,
την πατρίδα μου θυμάμαι κι όλο λιώνω.
[Πότε φτώχεια, πότε πλούτη, παίζω με μεράκι ούτι,
στο καφέ αμάν, αχ γιαβρούμ/γιαμπέμ αμάν.]x4