Απάνω πούλεγα να κόψω το πιοτό
Απάνω που ‘λεγα, να κόψω το πιοτό,
να ησυχάσω πια λιγάκι απ’ τα ξενύχτια,
[με ξανασμίξανε τα μάτια π’ αγαπώ
και ξαναρχίζουν τα παλιά μου καρδιοχτύπια.]]
Πάλι μισές και κατοστάρια κοπανώ και στα σοκάκια της Αθήνας ξημερώνω,
[τις παίρνω σβάρνα τις ταβέρνες, σαν γυρνώ
και για χατήρι της τα σπάω και πληρώνω.]]
Απάνω που ‘λεγα να κόψω το πιοτό,
έπεσα πάλι μέσ’ στου έρωτα τα δίχτυα
[κι έτσι ξανάρχισα τον δρόμο τον γνωστό,
γλέντι, ποτήρι, κανταδίτσες και ξενύχτια.]]