Ταβερνιάρισσα
Γλυκιά μου ταβερνιάρισσα, όταν κρασί μου φέρνεις,
[κερνάς εμένα το κρασί και την καρδιά μου παίρνεις.]]
R: Αααχ, ααχ, ταβερνιάρισσα, μ’ έχεις λιώσει, αχ, βρε μάγκισσα.
Με λίγωσαν τα μάτια σου τα μαύρα σου ματάκια,
[ίδιο κοντεύεις της ροδιάς τα κόκκινα χειλάκια.]]
R