Πάλι θύμωσε η μαμά σου
Πάλι θύμωσε η μαμά σου, γιατί έρχομαι κοντά σου
και σε δέρνει και σε βρίζει, την καρδούλα σου ραΐζει.
R: Αμάν, Ελενάκι, πες μου τι να κάνω
από τον καημό σου, αχ, θα πεθάνω.
Τι της έχω καμωμένα κι όλο σε χτυπά για μένα
και με βλέπει σαν τον Χάρο και φοβάται μη σε πάρω.
R
Θέλεις να ‘ρθω ένα βράδυ, μέσα στο βαθύ σκοτάδι,
να σε πάρω από κοντά της μέσ’ από την αγκαλιά της.
R
Θα σε πάρω εγώ, κυρά μου, μια βραδιά στην κάμαρά μου
κι η μαμά θα ξεθυμώσει κι όλα αυτά θα μας τα δώσει.
R