Στα κατσαρά σου βάλθηκα
Οντουλασιόν ποια σούκανε εσένα Μαρικάκι
και κατσαρά σου φτιάξανε το μαύρο σου μαλλάκι.
Αχ είσαι σαν κουκλάκι και το ‘βαλα μεράκι,
στα κατσαρά σου βάλθηκα, αμάν, αμάν
κι αν δε σε πάρω χάθηκα.
Θα ‘ρθω να βρω τη μάνα σου εσένα να ζητήσω,
τα κατσαρά μαλλάκια σου εγώ να τ’αποκτήσω.
Μ’έκαψαν Μαρίκα και τον μπελά μου βρήκα,
αυτά τα κατσαρά μαλλιά, αμάν, αμάν,
μου κλέψαν φως μου την καρδιά.
Στα μαύρα τα μαλλάκια σου ορκίζομαι επάνω,
πως ταίρι μου παντοτινό εσένα εγώ να κάνω.
Να πάρω ένα φιλάκι στο κατσαρό μαλλάκι,
γιατί μου κάψαν την καρδιά, , αμάν, αμάν,
ίσως τη βρω τη γιατρειά.
Η οντουλασιόν με μάγεψε και μαγεμένο μ’έχει,
στα κατσαρά μαλλάκια σου περιπλεγμένο μ’έχει.
Και γύρω πάλι βρήκα εσένα βρε Μαρίκα,
γι’ αυτό και γω σ’αγάπησα, αμάν, αμάν,
στα κατσαρά σου βάλθηκα. |