Το άρρωστο κορίτσι
Ωρέ, κορίτσι σαν σα λούλουδο σωστό,
ωρέ, στην Πάρνηθα την πάνε,
ωρέ, η καημένη,
βαριά αρρωστημένη,
είν’ εκεί ψηλά, να βρει,
να βρει τη γιατρειά.
Ωρέ, τηε λιώνει η θε- η θέρμη το κορμί,
ωρέ, κι ο βήχας την καρδιά της,
ωρέ, η καημένη,
η παραπονεμένη τέτοιο κορμί,
κορμί θα φάει η μαύρη γη.
Ωρέ, ανθίζουν τα δε- τα δέντρα, τα κλαριά,
ωρέ και άνοιξη μυρίζει,
ωρέ η κημένη,
τα βλέπει πονεμένη παλιοντουνιά
ντουνιά κακούργε και φονιά.