Το σβηστό φανάρι
Κάτω απ' το, κάτω απ' σβηστό φανάρι,
κοιμάται κάποιο, κάποιο παλικάρι.
[Με δίχως φράγκο, φράγκο μες την τσέπη
τι όνειρο, τι όνειρο, άραγε να βλέπει.] x2
Ξένος όπου, όπου κι αν γυρίσει,
όποια πόρτα, πόρτα κι αν χτυπήσει.
[Δεν έχει μάνα, μάνα, να πηγαίνει,
τα ρούχα του, τα ρούχα του τουλάχιστον να πλένει.] x2
Έχει σπίτι το σβηστό φανάρι
και για λάμπα, λάμπα το φεγγάρι.
[Κι εσείς διαβάτες, διαβάτες που περνάτε,
τον ύπνο του, τον ύπνο του, να μην του τον χαλάτε.] x2