Το ποτάμι
Η κοινωνία μοιάζει μ’έναν ποταμό, που παρασύρει οτι βρει στο πέρασμά του και δε γλυτώνει απ’τον άδικο πνιγμό, ο κάθε άνθρωπος που πέφετι στα νερά του.
Ενα ποτάμι είσαι και συ, βρε παλιοκοινωνία, που κάνεις κάθε άνθρωπο, να ζει στην αγωνιά, να ζει στην αγωνιά.
Οταν βρεθείς μεσ’στο μεγάλο ποταμό, τίποτα πια δε σε γλυτώνει απ’την ορμή του, σε βασανίζει και σε σπρώχνει στο χαμό και σ’έχει δέσει πια η μοίρα σου μαζί του.
Ενα ποτάμι είσαι και συ, βρε παλιοκοινωνία, που κάνεις κάθε άνθρωπο, να ζει στην αγωνιά, να ζει στην αγωνιά.
Η κοινωνία μοιάζει μ’έναν ποταμό, που πότε ήσυχα κυλάει και σε πάει, σ’ένα ταξίδι που δεν έχει τελειωμό και ποτέ άγρια στα βάθη σε τραβάει.
Ενα ποτάμι είσαι και συ, βρε παλιοκοινωνία, που κάνεις κάθε άνθρωπο, να ζει στην αγωνιά, να ζει στην αγωνιά.