Η στενοχώρια: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μοφ (συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα: Μια στενοχώρια που έχω απόψε άπ' την καρδιά μου βγαίνει καπνός τα δάκρυα μου πως να τα κόψω σε σέ...) |
Μοφ (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
Μια στενοχώρια που έχω απόψε | Μια στενοχώρια που έχω απόψε, | ||
άπ' την καρδιά μου βγαίνει καπνός | άπ' την καρδιά μου βγαίνει καπνός. | ||
Τα δάκρυα μου πως να τα κόψω, | |||
σε σένα τρέχει ο λογισμός | σε σένα τρέχει ο λογισμός. | ||
Αχ θα με φάει η στενοχώρια | Αχ, θα με φάει η στενοχώρια, | ||
που ' | που' μαστε χώρια, που ζούμε χώρια. | ||
Γιατί σε παίρνουν από κοντά μου | Γιατί σε παίρνουν από κοντά μου | ||
και | και κομματιάζονται δυο καρδιές | ||
και κάνουν λύπη κάθε χαρά μου | και κάνουν λύπη κάθε χαρά μου, | ||
χωρίς να φταίω χωρίς να φταις | χωρίς να φταίω, χωρίς να φταις. | ||
Αχ θα με φάει η στενοχώρια | Αχ, θα με φάει η στενοχώρια , | ||
που ' | που' μαστε χώρια, που ζούμε χώρια. | ||
Πως θα μπορέσω να συνηθίσω | Πως θα μπορέσω να συνηθίσω, | ||
σ' αυτήν | σ' αυτήν τη μαύρη τη μοναξιά, | ||
που θα ξανάβρω σ' αυτό | που θα ξανάβρω σ' αυτό τον κόσμο, | ||
σαν | σαν τη δική σου χρυσή καρδιά. | ||
Αχ θα με φάει η στενοχώρια | Αχ, θα με φάει η στενοχώρια, | ||
που ' | που' μαστε χώρια, που ζούμε χώρια. | ||
[[κατηγορία: συνθέσεις του Απόστολου Καλδάρα | [[κατηγορία: συνθέσεις του Απόστολου Καλδάρα]] |
Τελευταία αναθεώρηση της 00:00, 1 Ιανουαρίου 1970
Μια στενοχώρια που έχω απόψε,
άπ' την καρδιά μου βγαίνει καπνός.
Τα δάκρυα μου πως να τα κόψω,
σε σένα τρέχει ο λογισμός.
Αχ, θα με φάει η στενοχώρια,
που' μαστε χώρια, που ζούμε χώρια.
Γιατί σε παίρνουν από κοντά μου
και κομματιάζονται δυο καρδιές
και κάνουν λύπη κάθε χαρά μου,
χωρίς να φταίω, χωρίς να φταις.
Αχ, θα με φάει η στενοχώρια ,
που' μαστε χώρια, που ζούμε χώρια.
Πως θα μπορέσω να συνηθίσω,
σ' αυτήν τη μαύρη τη μοναξιά,
που θα ξανάβρω σ' αυτό τον κόσμο,
σαν τη δική σου χρυσή καρδιά.
Αχ, θα με φάει η στενοχώρια,
που' μαστε χώρια, που ζούμε χώρια.